- ἐπιμόνου
- ἐπίμονοςstaying onmasc/fem/neut gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Αμπντ ελ-Καντέρ ή Αμπντ αλ-Καντέρ — (Μασκάρα 1807 Δαμασκός 1883). Αλγερινός εμίρης.Ανήκε σε πλούσια και παλιά οικογένεια και έκανε αξιόλογες σπουδές. Για δεκαπέντε χρόνια υπήρξε o εμψυχωτής του σκληρού και επίμονου αγώνα των αλγερινών φυλών για την ανεξαρτησία της Αλγερίας, που την … Dictionary of Greek
Λουίζα της Σαβοΐας — (Luise de Savoie, Πον ντ’εν 1476 – Γκρε σιρ Λουέν 1531). Δούκισσα της Ανγκουλέμης και αντιβασίλισσα της Γαλλίας (1515 29). Ήταν κόρη του Φιλίππου, δούκα της Σαβοΐας και της Μαργαρίτας των Βουρβόνων, ενώ το 1488 παντρεύτηκε τον Κάρολο της Ορλεάνης … Dictionary of Greek
Ντεφόε, Ντάνιελ — (Daniel Defoe, Λονδίνο περ. 1660 – Μούρφιλντς 1731). Άγγλος συγγραφέας. Γιος εμπόρου, ασχολήθηκε κι αυτός για ένα διάστημα με το εμπόριο. Η ζωή όμως και η προσωπικότητα του Ν. δεν είναι εκείνες του τίμιου και επίμονου βιοτέχνη, του υπομονετικού… … Dictionary of Greek
Σάδερλαντ, Γκράχαμ Βίβιαν — (Satherland). Άγγλος ζωγράφος (Λονδίνο 1903). Από τους κορυφαίους σύγχρονους Άγγλους ζωγράφους. Άρχισε ως χαράκτης, υπέστη την επίδραση του Μπλαίηκ και δίδαξε χαρακτική στη Σχολή Τέχνης του Τσέλση. Εικονογράφησε βιβλία, σχεδίασε κοστούμια και… … Dictionary of Greek